Το ποίημα είναι γραμμένο στα Ελληνικά, στη δημώδη γλώσσα της εποχής διανθισμένο με πολλούς ιδιωματισμούς και φράσεις από τα Αλβανικά και τα Τούρκικα. Αποτελείται από 15000 στίχους και γράφτηκε γύρω στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ο Αλή πασάς ως γνωστόν ήταν Αλβανός, αλλά η γλώσσα της αυλής του και ουσιαστικά επίσημη γλώσσα του ημιανεξάρτητου οθωμανικού κρατιδίου του ήταν τα Ελληνικά. Επιπλέον, τα Ελληνικά σαν λόγια γλώσσα είχαν πολύ μεγαλύτερο κύρος και ο φιλόδοξος Αλή το γνώριζε αυτό, ενώ κάποιο ρόλο πρέπει να έπαιξε και ο παραλληλισμός με άλλα Ελληνικά έπη σε "αδα" (Ιλιάδα, Ηρακλειάδα, Αλεξιάδα κλπ.) Δεν είναι απορίας άξιον λοιπόν που το ποίημα γράφτηκε εξαρχής στα Ελληνικά.
Ο Χατζή Σεχρέτη ήταν ο προσωπικός τροβαδούρος του Αλή πασά. Γεννήθηκε στο Δέλβινο της Αλβανίας κοντά στο Αργυρόκαστρο. Ήταν αγράμματος και πιθανόν τυφλός. Ο Αλής ήταν πολύ ευχαριστημένος από το ποίημα και έβαζε να του το διαβάζουν συχνά ενώ έκανε ο ίδιος συχνά διορθώσεις στο χειρόγραφο.
Μεγάλο μέρος του ποιήματος δημοσιεύτηκε το 1870 από τον ιστορικό Κωνσταντίνο Σπάθα στο βιβλίο του Ιστορικαί Διατριβαί. Ο Σπάθας το χαρακτηρίζει «πολύτιμον».
Από τους νεώτερους μόνο ο Νίκος Εγγονόπουλος ασχολήθηκε και αναφέρει ότι συγκλονίστηκε όταν το ανακάλυψε και πως «ο Χατζή-Σεχρέτ στάθηκε η αποκάλυψη της παντοτινής αλήθειας». (Τα Νέα, 17 Σεπτεμβρίου 1978).
Το ποίημα είναι σήμερα τελείως ξεχασμένο και παραγνωρισμένο. Από μια άποψη, δικαιολογημένα: Είναι γραμμένο από Τουρκαλβανό, εξυμνεί τον Αλή πασά (ακόμα και στις ωμότητές του) και παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα από την άλλη πλευρά, την οθωμανική. Είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς γιατί αγνοήθηκε από τους λογίους του 19ου αιώνα, καθώς οι μνήμες από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ήταν ακόμα νωπές. Και μετά ξεχάστηκε εντελώς.
Είναι όμως σημαντικό έργο. Κατά την ταπεινή μου άποψη πρόκειται για ένα αξιόλογο νεοελληνικό κείμενο και λόγω μεγέθους αλλά κυρίως για το γλωσσικό του πλούτο. Και είναι και καλογραμμένο Και δεν πειράζει που το ‘γραψε Αλβανός (είμαστε και λίγο ρατσιστές). Το μειονέκτημά του, βεβαίως, είναι ότι "γλείφει" ασύστολα τον Αλή πασά.
Αρχίζει ως εξής:
Νε φερν’ η ζούρλια κι ο σεβδάς δυο λόγους να μιλήσω,
Και αρχίνησα το γράψιμον ολίγον να γλενδίσω.
Αξίζει τον κόπο να του ρίξει κανείς μια ματιά.
Το έχω ανεβάσει στο scribd, στη διεύθυνση Αλιπασιάς για όποιον θέλει να το διαβάσει ή και να το κατεβάσει.