24.2.12

Θρησκεία και οικονομία


Αντιγράφω από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 19/02/2012
Του Νικου Xρυσολωρα

Τι κοινό έχουν οι ευρωπαϊκές χώρες που χρεοκόπησαν ή -έστω- βρέθηκαν ένα βήμα από τη χρεοκοπία; Δεν είναι η γεωγραφία, ούτε το κλίμα, εκτός αν ζηλεύει κανείς τον καιρό της Ιρλανδίας. Δεν είναι οι πρόσφατες δικτατορίες, καθώς η Ιταλία και η Ιρλανδία δεν γνώρισαν τέτοιες στη μεταπολεμική τους Ιστορία. Δεν είναι καν η αναποτελεσματικότητα και η πελατειακή συγκρότηση του κράτους, κατηγορίες στις οποίες η χώρα μας διατηρεί τη θλιβερή πρωτιά, με μεγάλη απόσταση από τους υπόλοιπους. Στην αναζήτηση κοινής συνισταμένης, ορισμένοι αρθρογράφοι και αναλυτές κατέληξαν εσχάτως σε μία μάλλον απροσδόκητη απάντηση: είναι η θρησκεία!
«Φταίει που δεν είμαστε προτεστάντες», έγραφε πριν από μερικές εβδομάδες ο αρθρογράφος της ιρλανδικής εφημερίδας «Irish Independent», Kevin Myers, αποδίδοντας τη δημοσιονομική σταθερότητα του ευρωπαϊκού Βορρά στην «προτεσταντική νοικοκυροσύνη». Ανάλογες ανησυχίες εξέφρασε και ο βρετανικός Economist σε εκτενές άρθρο του για τη σχέση θρησκείας και οικονομικών.
Κατ’ ορισμένους ευθύνεται η μάλλον «χαλαρή» προσέγγιση του καθολικού και του ορθόδοξου δόγματος στην ανθρώπινη αδυναμία: «φιλότιμος γαρ ων ο Δεσπότης, δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον· αναπαύει τον της ενδεκάτης, ως τον εργασάμενον από της πρώτης· και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει· κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται· και τα έργα δέχεται και την γνώμην ασπάζεται· και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί». Αντίθετα, «για τους Προτεστάντες, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος, ούτε υπάρχει τρόπος να διασφαλίσεις τη συγχώρεση των αμαρτιών σου», γράφει στο σχετικό άρθρο ο Economist. «Στην προτεσταντική ηθική, αν δεν δουλέψεις, σου αξίζει να πεινάσεις», σημειώνει από την πλευρά του ο Myers.


Παράδεισος και Κόλαση

Στερεότυπα; Πιθανότατα, αφού με αυτήν τη λογική, η Γαλλία και η Ολλανδία θα έπρεπε να βρίσκονται στην ίδια ή και χειρότερη μοίρα από τη δική μας. Ωστόσο, τούτο δεν σημαίνει ότι η θρησκευτική πίστη δεν επηρεάζει την οικονομική συμπεριφορά. Σε συγκριτική τους μελέτη για την οικονομική ανάπτυξη και τη θρησκευτική πίστη, οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Robert J. Barro και Rachel M. McCleary, κατέληγαν, το 2003, στα εξής συμπεράσματα: «Η θρησκευτική πίστη συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη, διότι ενισχύει κοινωνικές συμπεριφορές που υποβοηθούν την παραγωγικότητα... Για ορισμένα δόγματα, ο συχνός εκκλησιασμός βέβαια τείνει να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Αντίθετα, θετικές επιπτώσεις έχουν θρησκευτικές δοξασίες όπως η πίστη στην ύπαρξη Παραδείσου και Κόλασης. Φαίνεται επίσης πως το μαστίγιο της πίστης στην Κόλαση είναι πολύ πιο αποτελεσματικό από το καρότο της προσδοκίας του Παραδείσου» (Robert J. Barro και Rachel M. McCleary, «Religion and Economic Growth», National Bureau of Economic Research Working Paper, Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη, Μάιος 2003).
Ηδη από το 1905 άλλωστε, ο κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ είχε συνδέσει την προτεσταντική ηθική με την ανάπτυξη του πνεύματος του καπιταλισμού. Σήμερα, αυτή η άμεση αιτιακή σχέση αμφισβητείται από τους περισσότερους κοινωνικούς επιστήμονες που μελετούν τον συγκεκριμένο τομέα. Εν τούτοις, υπάρχουν και σύγχρονες μελέτες για τη σχέση θρησκείας και οικονομικής δραστηριότητας που συνδέουν την έλλειψη του πνεύματος κοινωνικής ευθύνης στη Νότια Ευρώπη, με το καθολικό δόγμα, το οποίο δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη σχέση πιστού και Εκκλησίας, παρά στη σχέση του πιστού με τους συμπολίτες του (Robert Putnam, «Making Democracy Work. Civic Traditions in Modern Italy», Πρίνστον, Νιου Τζέρσι, 1993).


Θρήσκοι και άθεοι

Σε μεγάλη συγκριτική έρευνα που δημοσίευσαν στην επιθεώρηση «Journal of Monetary Economics», οι Luigi Guiso, Paola Sapienza και Luigi Zingale, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η θρησκευτική παιδεία γενικά μειώνει τις πιθανότητες παραβατικής συμπεριφοράς έναντι στον νόμο, αυξάνει την αίσθηση προσωπικής ευθύνης και ενισχύει την αίσθηση ότι τα αποτελέσματα της λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς είναι δίκαια. «Είναι ενδιαφέρον», σημειώνουν, «ότι οι θρησκευόμενοι άνθρωποι είναι πιο πιθανόν να πιστεύουν ότι οι φτωχοί είναι φτωχοί επειδή είναι τεμπέληδες και τους λείπει η αποφασιστικότητα, παρά επειδή είναι θύματα κοινωνικής αδικίας. Σε γενικές γραμμές, οι θρήσκοι υποστηρίζουν τις αγορές περισσότερο από τους άθεους».
Στην ίδια μελέτη, οι συγγραφείς αναφέρουν πως το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η κουλτούρα που συνδέεται με συγκεκριμένα θρησκευτικά δόγματα είναι ασύμβατη με την οικονομική ανάπτυξη ή αν η υστέρηση ορισμένων κρατών οφείλεται σε ιστορικά γεγονότα που συνδέθηκαν μεν εμμέσως με τη θρησκεία των λαών τους, αλλά δεν πηγάζουν από την ίδια τη θρησκευτική κουλτούρα. Αν ισχύει η δεύτερη περίπτωση, τότε δεν χρειάζεται παρά να διορθωθούν ιστορικά λάθη και να γίνουν μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν τις οικονομικές δομές όσων υστερούν. Αν όμως ισχύει η πρώτη, τότε, επειδή ούτε το ΔΝΤ μπορεί να αλλάξει την πίστη και την κουλτούρα των λαών, μάλλον θα πρέπει να ελπίζουν σε ένα «θαύμα» για να ανακάμψουν...


Εγιναν πλούσιοι διαβάζοντας τη Βίβλο...

Σχολιάζοντας τη γνωστή θέση του Βέμπερ για τη σχέση μεταξύ προτεσταντισμού και οικονομικής ευμάρειας, ο Σάσα Μπέικερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γουόρικ της Μεγάλης Βρετανίας, σημειώνει, σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Economist, ότι ο μεγάλος Γερμανός στοχαστής παρατήρησε ένα πραγματικό κοινωνικό φαινόμενο, αλλά η ερμηνεία που έδωσε ήταν λάθος.
Πράγματι, η προτεσταντική Γερμανία του 19ου αιώνα τα πήγαινε πολύ καλύτερα από οικονομικής απόψεως από τις καθολικές περιοχές της χώρας, αλλά όχι λόγω του στερεότυπου της λιτότητας και του αναστοχασμού που υποτίθεται ότι βρίσκεται στην καρδιά του προτεσταντικού δόγματος. Απλώς, οι προτεστάντες ήθελαν να μπορούν τα παιδιά τους να διαβάζουν τη Βίβλο. Το προσκύνημα σε εικόνες και αγάλματα είναι ξένη προς τον προτεσταντισμό πρακτική. Οπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η εκμάθηση γραφής και ανάγνωσης αποτέλεσε διαβατήριο για την οικονομική και κοινωνική ανέλιξη, την εποχή της νεωτερικότητας. Ανάλογη έμφαση στην ανάγνωση έδιναν και οι εβραϊκές κοινότητες.
Σύμφωνα πάντα με τον Μπέικερ, καθολικοί και προτεστάντες με το ίδιο επίπεδο εκπαίδευσης, απολάμβαναν ανάλογα εισοδήματα, ενώ στις μέρες μας, δεν παρατηρούνται διαφοροποιήσεις. Εξάλλου, η πλουσιότερη περιοχή της Γερμανίας είναι σήμερα η Βαυαρία, οι περισσότεροι κάτοικοι της οποίας είναι καθολικοί. Ορισμένοι συνάδελφοι του Μπέικερ πάντως διαφωνούν, βασιζόμενοι σε περιπτωσιολογικές έρευνες σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, όπως στη Λατινική Αμερική, για παράδειγμα, όπου η προτεσταντική μειοψηφία εμφανίζεται να έχει καλύτερες «οικονομικές επιδόσεις» από την καθολική πλειοψηφία.

Και άλλοι παράγοντες

Είναι όμως ζήτημα δόγματος ή μήπως οι διαφορές οφείλονται σε άλλους ιστορικούς παράγοντες; Στην περίπτωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, φερ’ ειπείν, οι ορθόδοξες κοινότητες ευημέρησαν οικονομικά εν μέρει και λόγω του αποκλεισμού τους από στρατιωτικά αξιώματα και της αναγκαστικής τους στροφής στο εμπόριο. Το ίδιο μπορεί να υποστηριχθεί και για τις εβραϊκές κοινότητες στην Ευρώπη, που δεν μπορούσαν να αποκτήσουν γη την περίοδο του Μεσαίωνα και στράφηκαν στο εμπόριο. Με την παρακμή της γαιοκτησίας και την άνοδο του καπιταλισμού, βρέθηκαν σε εξαιρετικά ευνοϊκή θέση.
Σε ό,τι αφορά τη συνεισφορά της θρησκείας στον συλλογικό πλούτο, συγκριτική μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 46.000 άτομα από 36 χώρες (World Values Survey), φαίνεται να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η θρησκεία βοηθάει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής... Επειτα από ανάλυση των αποτελεσμάτων που παρουσίασαν στην Επιθεώρηση «Journal for the Scientific Study of Religion», οι Steven Sack (Wayne State University) και Augustine Kposowa (University of California, Riverside), σημειώνουν ότι οι θρησκευόμενοι πολίτες επιδεικνύουν λιγότερη ανοχή στη φοροδιαφυγή από τους άθεους.
Επίσης, ποσοτικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες καταδεικνύουν ότι οι θρησκευόμενοι συνεισφέρουν περισσότερα χρήματα, κατά μέσο όρο, σε φιλανθρωπικούς σκοπούς από τους αγνωστικιστές και τους άθεους. Η φιλανθρωπία όμως είναι διαφορετική από την αναδιανομή του εισοδήματος. Οπως σημειώνει ο εξειδικευμένος σε θέματα θρησκείας αρθρογράφος, David Briggs, στην αμερικανική εφημερίδα Star Tribune, τα στατιστικά στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας από τις ΗΠΑ δείχνουν ότι οι θρησκευόμενοι εμφανίζονται πολύ πιο αρνητικά διακείμενοι απέναντι στη βαριά άμεση φορολογία των υψηλών εισοδημάτων, απ’ ό,τι οι άθρησκοι.
Τέτοιες μεγάλες ποσοτικές έρευνες βέβαια δεν μπορούν να είναι διαφωτιστικές ως προς το κρίσιμο ερώτημα της αιτιακής σχέσης ανάμεσα στα δύο. Το πιθανότερο είναι ότι η εχθρική στάση απέναντι στην αναδιανεμητική φορολόγηση προέρχεται όχι τόσο από το ίδιο το χριστιανικό δόγμα, όσο από το γεγονός ότι οι θρησκευόμενοι στις ΗΠΑ προέρχονται κυρίως από τις ούτως ή άλλως συντηρητικές μεσοδυτικές και νότιες πολιτείες της χώρας. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι με το ξέσπασμα της παγκόσμιας ύφεσης, όλες σχεδόν οι χριστιανικές εκκλησίες της Ευρώπης κατακεραύνωσαν την εγωιστική οικονομική συμπεριφορά και την απληστία, με τους ηγέτες τους να τις κατονομάζουν ως αιτίες της κρίσης.

Διαβάστε

- Μαξ Βέμπερ, «Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού», (εκδ. Κάλβος, Αθήνα 1990)
- Luigi Guiso, Paola Sapienza, Luigi Zingalese, «People’s opium? Religion and economic attitudes» (Journal of Monetary Economics, Τεύχος 50, σσ. 225-282, 2003)